Αρχική σελίδα Εργογραφία Βιογραφικό Μεταφράσεις En/Fr/It/Es

06/11/2011

Γιάννης Λειβαδάς: Σημειώματα εν εξελίξει 1. (Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας)

http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=289104

Σημειώματα εν εξελίξει 1.

αρ. 9. Γράφω σημαίνει ίσταμαι. Γιατί ο γράφων δεν αναρωτιέται εάν. Αυτός που αναρωτιέται δεν μπορεί να γράψει· με τον ίδιο τρόπο που τίποτα φυσικό μες στη ζωή δεν προσπαθεί να αποκαταστήσει τον εαυτό του.
Ισταμαι, δηλαδή τεκμηριώνω τη συνθήκη της ενότητάς μου εισερχόμενος εθελοντικά στο μικρό σχήμα για να το διαρρήξω, να το διασπάσω. Οντας η κινητικότητά μου αυτή η μοναδική πράξη απόδειξης της οργανικής φύσης του Ολου, το οποίο αναταράσσεται διαρκώς από την αδυναμία του να ολοκληρώσει την ενότητά του. Από τούτο και οι διαδράσεις, με κορυφαία την ποίηση.
Υπάρχει και το μη-ίσταμαι, παντελώς διαχωρισμένο, σαφώς, από τον λειτουργικό αρνητισμό του ζεν (το οποίο λανθασμένα εκτιμούν ορισμένοι ως αποκατάσταση). Το μη-ίσταμαι, που υποδηλώνει και συντελεί στο απόλυτό του την απουσία εμβόλιμης συνθήκης, είναι εκείνο που δεν γράφει, γιατί δεν είναι φτιαγμένο να γράφει. Είναι φτιαγμένο να νομίζει· έως την ώρα και τη στιγμή που θα κατορθώσει να αποκαλυφθεί.
Η καταγραφή των όσων έως της ώρας και της στιγμής εκείνης δεν αποτελούν λογοτεχνικό σώμα. Δεν καθίστανται έργο. Καθίστανται βεβαίως αντικείμενα εμπορικής ταυτότητας, αναλώσιμα κάποιας υποκουλτούρας.
Οταν ο Νίτσε σημείωνε πως «Οι χειρότεροι αναγνώστες είναι αυτοί που προχωρούν με τον τρόπο των στρατιωτών που λεηλατούν: μαζεύουν λίγα πράγματα που χρησιμοποιούν, μολύνουν και ανακατώνουν τα υπόλοιπα και τα βλασφημούν όλα μαζί», προανήγγειλε, ίσως μάλιστα προγραμματισμένα, πως οι χειρότεροι αναγνώστες, σε σχέση πάντοτε με την απουσία αυτοπροσδιορισμού και την έλλειψη παιδείας, ταυτίζονται απολύτως με τους, χειρότερους, λογοτέχνες.
Εδώ έρχονται να ταυτιστούν όλα τα πολιτικά ορθώς και τα μη ορθώς· τα πανδαιμόνια των τραγικών και υψηλοφρόνων, δήθεν, «εκ των έσω», τα οποία δεν είναι άλλο από φοβικές δερματίτιδες. Το ποιητικό υποκείμενο, πάντοτε τουλάχιστον υπό δύο έννοιες, και ποτέ υπό μία, καταχωρίζεται δεν καταχωρίζει. Μιλάει τον εαυτό του με τη δική του μοναδική γλώσσα, δεν υποθάλπει, δεν προνοεί, και δεν περιγράφει. Πόσω μάλλον, δεν διακειμενίζει, εννοώντας ότι δεν μπορεί να δανείσει και δεν μπορεί να δανειστεί.
Μπορεί ίσως να υποστεί εγκλήματα, εκτοπισμούς και άλλα. Μα αυτά συμπεριλαμβάνονται στο ατελές παιχνίδι τού γράφω σημαίνει ίσταμαι.
αρ. 11
Ναι, δεν υπάρχει τίποτε νέο κάτω από τον ήλιο· γιατί ο άνθρωπος βρίσκεται από πάνω. Κάτωθεν του ηλίου βρίσκονται οι τυφλωμένοι θιασώτες.
Συνήθως οι μεγάλες κουβέντες μάς κάνουν στενόχωρους. Να χωράμε όπως τα χέρια μες στις τσέπες.
Η ποίηση όμως δεν είναι κάτι, είναι αλήθεια. Και όταν μιλάς την αλήθεια, έχεις τον τρόπο της αλήθειας.
Εάν έχεις λοιπόν απλώς «έναν» τρόπο και «κάποια» αλήθεια, δεν μιλάς παρά μόνο για κάτι. Εναντιώνεσαι στην αλήθεια, απομακρύνεσαι εντελώς από τη δυνατότητα και το πνεύμα της δημιουργίας.
Αυτό το κάτι κοινωνείται μέσω των ανάλογων ομοιοτήτων. Καταναγκάζει τον άνθρωπο στην ομοιογένεια και την αισθητική (ηθική) παραίτηση. Εξοστρακίζεται η διαφορά, δηλαδή, όχι απλώς ο υποκινητής, μα και η κινητήρια δύναμη της αλήθειας. Της ποίησης.
Αυτό το εξάμβλωμα «κάτι», που καταχωρίζεται και αξιολογείται βάσει όλων των παραπάνω αδυναμιών, βρίσκει έδαφος, κάποιαν αποδοχή, λόγω της κατά συνθήκη διαστρέβλωσης· η οποία αποτελεί την πλέον αντιπροσωπευτική, σε σχέση με την άμβλυνση της γλώσσας και του νοήματος, έκπτωση.
Η ποίηση δεν αγγίζει χορδές κατανόησης, είναι η κατανόηση. Το αντίβαρο της πραγματικότητας, η οποία είναι να μπορείς να βλέπεις με ανοιχτά, μα και με κλειστά μάτια. Η πραγματικότητα όμως υστερεί πάντοτε σε αλήθεια· γιατί η αλήθεια είναι τίποτα, σε αντίθεση με το κάτι που υποφέρει ως εαυτόν η πραγματικότητα.
Η νύχτα γυρίζει σελίδα, ενώ γράφω καπνίζοντας, με ουίσκι και αμύγδαλα.
Αυτό δεν έχει πλάκα· είναι πλάκα. Και κανείς δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά.

Αρχειοθήκη ιστολογίου